(Δημοσιεύθηκε στο Κυριακάτικο φύλλο 7/7/2013 της εφημερίδας Το Πρώτο Θέμα)
Διαβάζοντας το ρεπορτάζ για την απόρριψη από το ΣτΕ των αιτήσεων ακυρώσεως των ιδιωτών ομολογιούχων για το θέμα του κουρέματος των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, μαντεύω ότι στο σκεπτικό των δικαστών του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου πρυτάνευσε και πάλι το λεγόμενο «ύψιστο εθνικό συμφέρον». Νομική έννοια με κατ’ εξοχήν ηθική διάσταση που επιστρατεύεται από τα Δικαστήρια, στα πλαίσια του ελέγχου της Συνταγματικότητας και της νομιμότητας των αποφάσεων της Διοίκησης και της νομοθετικής εξουσίας, για να αιτιολογήσει και να δικαιολογήσει τις ακραίες, άδικες και δεδομένα αντισυνταγματικές πολιτικές αποφάσεις. ‘Οπως το κούρεμα των ομολόγων και άλλες, που σε άλλες εποχές θα είχαν καταπέσει πανηγυρικά. Άλλοτε η έννοια αυτή χρησιμοποιούνταν, με εξαιρετική φειδώ, όταν συνέτρεχε ανάγκη περιορισμού της άκριτης διεκδίκησης ιδιωτικών δικαιωμάτων, που αποβαίνουν εν τέλει σε βάρος της κοινωνίας. Με γνώμονα πάντα την ισότητα και την αναλογική με δίκαια κριτήρια συμμετοχή στα βάρη και τις υποχρεώσεις. Ασφαλιστική δικλείδα. Δυστυχώς το εθνικό αυτό συμφέρον έχει μετεξελιχθεί σε πέπλο πας –παρτού, που με την εκτεταμένη χρήση του καλύπτει όλες τις Συνταγματικές αυθαιρεσίες της πολιτικής.
Με την λογική όμως αυτή στην δράση της πολιτικής και στην απονομή της δικαιοσύνης , υποβαθμίζεται και χάνεται στην κοινωνία (αν δεν έχει χαθεί ανεπιστρεπτί) μια άλλη πολύτιμη έννοια. Η ασφάλεια δικαίου. Μεγαλύτερης αξίας συνισταμένη του «δημοσίου συμφέροντος». Γιατί σ΄ αυτή στηρίζεται η αστική δημοκρατία, η ισοπολιτεία, η οικονομική ελευθερία και εν τέλει η ανάπτυξη και η πρόοδος της κοινωνίας.
Όταν ο πολίτης νοιώθει στο πετσί του ότι το κράτος, με μοναδικό κριτήριο την κάλυψη των δανειακών αναγκών του, δεν τιμά τους θεσμούς αλλά και την υπογραφή του, στην οποία έχει στηρίξει την δραστηριότητα, τις οικονομίες και εν τέλει τη ζωή του. Όταν βλέπει πως εν μια νυκτί ανατρέπονται, αδιάκριτα και ισοπεδωτικά, χωρίς κριτήρια ή αξιολόγηση , από τον ίδιο τον εγγυητή των θεσμών - το κράτος - τα δεδομένα στα οποία ακούμπησε με εμπιστοσύνη. Όταν αισθάνεται πως «δεν υπάρχουν δικαστές στο Βερολίνο», κατά την γνωστή στους νομικούς ρήση, να τον προστατεύσουν, χάνονται τα πάντα. Χάνεται κυρίως η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, το υπόβαθρο της ευνομούμενης κοινωνίας. Χάνεται η ασφάλεια δικαίου.
Ενός κακού μύρια έπονται. Ο πολίτης που χάνει την εμπιστοσύνη του στους θεσμούς και νοιώθει ανασφαλής, αντιδρά με αμυντικό ατομισμό και ανυπακοή, καχύποπτα και αρνητικά. Οχυρώνεται στο προσωπικό του συμφέρον. Αδιαφορεί για το σύνολο και την κοινωνία. Φαίνεται αυτό άλλωστε σήμερα κυρίως και από τις ακραίες πολιτικές επιλογές.
Έτσι έγιναν καχύποπτοι και απολύτως αρνητικοί σε κάθε δημόσια προτροπή:
§ οι ομολογιούχοι των π.χ. φορολογημένων και αποκτημένων με κόπο 200.000 ευρώ, που έγιναν 95.000 εν μια νυκτί και αυτές πληρωτέες σε σχεδόν 20 χρόνια, που βλέπουν τους δίπλα τους, με το ίδιο ποσό «μαύρης», ενδεχομένως προέλευσης, να εξακολουθούν να έχουν 200.000 ευρώ γιατί δεν επένδυσαν σε ομόλογα.
§ αυτοί που δανείστηκαν και επένδυσαν τις οικονομίες τους σε Φωτοβολταϊκά και οι συμβάσεις που υπέγραψαν με δημόσιους φορείς καταλύθηκαν αυθαίρετα και αδιάκριτα.
αυτοί που νοίκιασαν ακίνητα , που έχτισαν με κόπο και αγώνα, στο ευρύτερο κράτος και το συμφωνημένο μίσθωμα μειώθηκε αυθαίρετα και μονομερώς με νόμο, δύο φορές από 20%, χωρίς μάλιστα αυτό να ισχύει αντίστοιχα στους ιδιώτες ενοικιαστές.
§ αυτοί που περιμένουν χρόνια από το κράτος την επιστροφή ΦΠΑ, την πληρωμή έργων, εργασίας, προμηθειών, φαρμάκων που πούλησαν και άλλοι πολλοί.
Τι πίστη θα έχουν όλοι αυτοί αλλά και οι διπλανοί τους που ακούνε και γνωρίζουν σε αυτό το αποδεδειγμένα πλέον αναξιόχρεο και αναξιόπιστο Κράτος, που παρέπεισε τους ανύποπτους πολίτες του, με δόλωμα το αυξημένο επιτόκιο και την εγγύηση του Κράτους, να αγοράσουν ομόλογα τον Μάρτιο του 2010, δηλαδή 40 και λιγότερο ημέρες πριν από την δημόσια ομολογία της Εθνικής μας πτώχευσης στο Καστελόριζο.
Πως θα πεισθεί να επενδύσουν , να καταθέσουν , να ρισκάρουν.
Ίσως λοιπόν πρέπει όλοι και κυρίως οι δικαστές να ξαναδούμε και να επανεκτιμήσουμε ποιο είναι σήμερα το αληθές «Ύψιστο Δημόσιο Συμφέρον». Να σκεφτούμε πως το εθνικό ζητούμενο είναι ένα και μόνο. Να πάρει μπρος η οικονομία, να παραχθεί πλούτος, να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και εισοδήματα για να καταβληθούν φόροι και εισφορές. Η ανάπτυξη λοιπόν είναι το εθνικό ζητούμενο, δηλαδή το ύψιστο δημόσιο συμφέρον.
Για υπάρξει όμως ελπίδα να έλθει η πολυπόθητη ανάπτυξη, πρέπει να ανατραπεί το κλίμα καχυποψίας στην κοινωνία. Να εμπεδωθεί ασφάλεια δικαίου. Μόνον έτσι θα ξεθαρρέψουν, θα πιστέψουν και θα αποφασίσουν να κάνουν δουλειές οι απλοί πολίτες, οι πολλοί, που μόνον αυτοί μπορούν να αναστρέψουν την κατρακύλα. Καλές είναι οι επενδύσεις από τους διεθνείς ραντιέρηδες που καραδοκούν και επενδύουν με ρήτρα αλλοδαπού δικαίου στις αποκρατικοποιήσεις, αλλά δεν φτάνουν. Πρέπει να νοιώσουν ασφαλείς οι νοικοκυραίοι Έλληνες, όσοι έμειναν όρθιοι, να βάλουν τα λίγα χρήματα που τους απέμειναν σε δουλειές, μικρές και μεγαλύτερες. Για να ξεκινήσει η μηχανή. Και δεν θα το κάνουν όσο δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς. Αν δεν το καταλαβαίνουν οι πολιτικοί, ας το διδάξουν οι δικαστές, που είναι ώρα να αναδείξουν την μέχρι τώρα μη ορατή ανεξαρτησία της Ελληνικής Δικαιοσύνης. .